Ο Αντώνης Τουμανίδης (aka The Toymaker) ανακρίνεται από το School Of Rock

Photography by Christina Bulgari – P2 photography.

Ο Αντώνης Τουμανίδης (aka The Toymaker) ανακρίνεται από το School Of Rock

Είχα ακούσει για έναν Έλληνα, έναν συγγραφέα που ξεκίνησε πάνω-κάτω όπως όλοι μας, με τη μόνη αλλά ειδοποιό διαφορά, πως εκείνος κατάφερε και μετέφερε μια ιστορία του στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Αντώνης Τουμανίδης το όνομα του ή αλλιώς… The Toymaker.

Αν ζήλεψα; Φυσικά! Όχι με την ελληνική έννοια της ζήλιας (να του πεθάνει η κατσίκα), αλλά με την ανανεωτική φρεσκάδα της ρήσης: Αν δουλεύεις σκληρά, όλα γίνονται. Αν αυτό που σε νοιάζει είναι να κάνεις σωστά τη δουλειά σου, χωρίς τουπέ.

Και αυτό το δεύτερο το σημειώνω, γιατί όταν τον συνάντησα για πρώτη φορά στην παρουσίαση της συλλογής διηγημάτων των εκδόσεων Ανάτυπο «ΤΡΟΜΟ», όπου φιλοξενούνται ιστορίες και των δυο μας, ήταν τόσο ανοικτός και ομιλητικός που αρχικά δεν σύνδεσα στο μυαλό μου ότι ο Αντώνης Τουμανίδης που μιλούσα, είναι εκείνος που το σενάριο του ταξίδεψε στις ΗΠΑ.

Από τη φύση μου, όταν βρίσκομαι κοντά σε τέτοιους ανθρώπους, γίνομαι φορτικός με κάθε είδους ερώτηση που μου έρχεται στο κεφάλι. Μου αρέσει να ρωτάω συνέχεια και του το είχα «υποσχεθεί», πως θα επανέλθω γραπτά. Και να ΄μαστε…

Αν κρατάω κάτι περισσότερο από τα πολλά που μου έμειναν στην τότε από τη συζήτηση μας, ήταν η αφοσίωση που έδειχνε ο Αντώνης Τουμανίδης στην τέχνη του.

«Από το πρωί που θα ξυπνήσω, μέχρι το βράδυ που θα κοιμηθώ, γράφω. Δεν έχει σημασία αν έχω έμπνευση ή όχι. Τη δημιουργώ εγώ», είχε πει, αν αποτυπώνω σωστά τα λόγια του. Για τα υπόλοιπα, θα σας τα πει μόνος του στην απολαυστική συνέντευξη που μας έδωσε για το School Of Rock.

Αντώνη, ας ξεκινήσουμε ανάποδα. Σε συνέχεια της επικοινωνίας που είχαμε (διαβάστε ΕΔΩ), για την διαφαινόμενη απεργία των σεναριογράφων στο Hollywood, είχες αναλύσει τους λόγους για τους οποίους, όλοι μας, θα στερούμαστε τις σειρές μας. Και δυστυχώς, έτσι το βλέπει ο μέσος αναγνώστης/τηλεθεατής. Σαν δική του ενόχληση, παρά σαν μια δίκαιη διεκδίκηση. Ποιο το σχόλιο σου μετά τη συμφωνία που τελικά ήρθε, μερικές ώρες μετά το τέλος του deadline;

Η συμφωνία είναι περισσότερο μια προσωρινή ανακωχή. Άλλωστε έχει συγκεκριμένη και περιορισμένη διάρκεια. Το δυσάρεστο στην όλη υπόθεση είναι πως οι σεναριογράφοι χρειάστηκαν να απειλήσουν τους παραγωγούς με απεργία, προκειμένου να επέλθει μια συμφωνία. Τα πράγματα κάπως βελτιώθηκαν αλλά με κανέναν τρόπο τα προβλήματα δε λύθηκαν. Ο αγώνας συνεχίζεται.

Ξεκίνησες την καριέρα σου (και συνεχίζεις) σαν συγγραφέας. Ποιες είναι οι βασικές διαφορές όταν γράφεις ένα σενάριο σε σχέση με μια ιστορία που θα αποτυπωθεί αποκλειστικά στο μυαλό και την καρδιά του κόσμου, από το χαρτί, χωρίς να παρεμβληθεί τίποτα. Τι σε δυσκόλεψε (αν υπήρχε κάτι τέτοιο) συγκεκριμένα εσένα περισσότερο;

Στο σενάριο υπάρχει ένας πρωταρχικός και βασικός κανόνας. Γράφεις ό,τι μπορεί να δει ο θεατής, ό,τι μπορεί να απεικονιστεί στη μικρή ή μεγάλη οθόνη. Αυτή είναι και βασική διαφορά με ένα μυθιστόρημα ή ένα διήγημα, όπου μπορείς να εξερευνήσεις διεξοδικότερα τα συναισθήματα και το υποσυνείδητο των χαρακτήρων – πρωταγωνιστών. Επιπλέον υπάρχουν και πρακτικά ζητήματα -και είναι τα δυσκολότερα- με σημαντικότερο όλων τον προϋπολογισμό… Μία πολυδάπανη σκηνή το πιθανότερο είναι πως θα κοπεί.

Αντώνης ΤουμανίδηςΣε ποια φάση βρίσκεται η παραγωγή της ταινίας σου; Τι μπορείς να μας πεις από λεπτομέρειες; Budget, πρωταγωνιστές, πόσο σκληρή ή βίαιη θα είναι;

Όταν ξεκινάς να δουλεύεις για το εξωτερικό βρίσκεσαι ξαφνικά μπροστά σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο, σε ό,τι αφορά το εργασιακό κομμάτι. Ειδικά σε σχέση με την ελληνική πραγματικότητα η σύγκριση είναι απλά ανέφικτη ως προς τα κινηματογραφικά και συγγραφικά δεδομένα. «Η Αληθινή Ιστορία του Πινόκιο» δουλεύτηκε ξανά προκειμένου να μεγαλώσει η διάρκεια της και πρόκειται να έχει χαρακτηρισμό «R», δηλαδή με απλά λόγια θα περιέχει έντονες σκηνές βίας και τρόμου. Λόγω των πολλών ειδικών εφέ θα απαιτηθεί ένα μεγάλο budget για τα δεδομένα μιας ταινίας του είδους. Σύντομα ελπίζω να σας έχω περισσότερα νέα.

Θα σε ενδιέφερε να ασχοληθείς αποκλειστικά με τη συγγραφή σεναρίων;

Ειλικρινά, όχι! Είμαι πρώτα και πάνω από όλα συγγραφέας. Η θεατρική γραφή ακολουθεί στις προσωπικές μου επιλογές και το σενάριο έρχεται τελευταίο.

Ως insider, τι μπορείς να πεις σε αυτούς (σε εμάς) που κράζουν τα σεναριογραφικά τραγέλαφα που υπήρξαν στις ταινίες των DC/Warner (Batman V Superman, Suicide Squad) την περσινή χρονιά; Πόσο πιέζουν τα studio σε τέτοιες παραγωγές να περάσει το «δικό τους», έστω και αν δεν βγάζει μερικές φορές νόημα.

Να σου πω την αλήθεια μου, με το «Batman V Superman» πέρασα καλά. Σεναριακά ομολογώ πως ήταν ένα μπάχαλο αλλά… Το να δημιουργήσεις μια κινηματογραφική ταινία με θεματική που φέρνει τον Batman αντιμέτωπο με τον Superman, από μόνο του αυτό ως γεγονός είναι προβληματικό. Αυτό που πολλοί δεν αντιλαμβάνονται είναι πως για πολλά σημαντικά θέματα δεν αποφασίζουν οι σεναριογράφοι αλλά τα studio και κατ’ επέκταση οι παραγωγοί ταινιών που βάζουν τα χρήματα. Στην ουσία μιλάμε για μια τεράστια βιομηχανία που λειτουργεί με εμπορικά πρωτίστως κριτήρια. Υπάρχουν ταινίες που στην κυριολεξία κάηκαν επειδή ο παραγωγός παρενέβη στο σενάριο για λόγους εμπορικότητας (χαρακτηριστικό παράδειγμα το «Exorcist: The Beginning»).

Το να είσαι σεναριογράφος στην Ελλάδα είναι επίσης ένα δύσκολο «σπορ», όπως το να είσαι συγγραφέας, μουσικός, ζωγράφος και η λίστα συνεχίζεται;

Ίσως και χειρότερο. Στην Ελλάδα υπάρχει άγνοια των βασικών κανόνων συγγραφής σεναρίου και ακόμη και όταν υπάρχει σενάριο συνήθως υπάρχει προχειρότητα στην εκτέλεση του. Συνοπτικά το επάγγελμα του σεναριογράφου είναι επί της ουσίας ανύπαρκτο στη χώρα μας, ο καθένας μπορεί να γράψει κάτι και να το προωθήσει. Και για να μην παρεξηγηθώ. Σαφώς και ο καθένας έχει το δικαίωμα να το κάνει, αλλά υπάρχουν κανόνες και δεδομένα που πρέπει να τηρηθούν για να είναι επιτυχημένο το αποτέλεσμα. Γι’ αυτό ίσως υπάρχει συνήθως και πολύ γκρίνια για την πορεία των ελληνικών ταινιών ή σειρών…

Είπαμε σε αυτή τη συνέντευξη θα πάμε ανάποδα. Αφού λοιπόν λύσαμε τα της σεναριογραφίας, ας ξανασυστηθούμε. Πότε ξεκίνησες να γράφεις, με ποιο ερέθισμα και ποιο ήταν το έργο σου που σε ανέδειξε σε ένα μεγαλύτερο κοινό;

Ξεκίνησα να γράφω από τα σχολικά χρόνια ακόμη. Φαίνεται είχα το μικρόβιο. Δέκα περίπου χρόνια πριν δημιούργησα το «The Toymaker’s Diary», ένα blog στο οποίο δημοσίευα συστηματικά διάφορες ιστορίες (το blog δεν είναι διαθέσιμο πλέον στο κοινό). Η ανταπόκριση και η αγάπη του κόσμου για τις ιστορίες αυτές συνέβαλε καθοριστικά στο να αφιερωθώ αποκλειστικά στη συγγραφή. Και σε αυτό το αναγνωστικό κοινό χρωστάω τα πάντα. Το έργο που με έκανε γνωστό σε ένα ευρύτερο κοινό είναι το «Εφιάλτες & Παραμύθια» (Εκδόσεις Anubis), του οποίου η Β΄ έκδοση βρίσκεται ήδη στα σκαριά.

Ποιο βιβλίο σε έκανε να το μελετάς στο μυαλό σου, κάμποσες ώρες ή και μέρες, αφού το είχες τελειώσει;

Πολλά, πάρα πολλά. Συχνά καταφεύγω και σε δεύτερη ανάγνωση αν χρειάζεται. Θα σου αναφέρω ενδεικτικά τη «Φάρμα των Ζώων» του George Orwell και το «Μωρό της Ρόζμαρι» του Ira Levin, το οποίο δεν ήθελα να τελειώσει!

Αντώνης Τουμανίδης

Ποιος είναι ο αγαπημένος σου συγγραφέας;

Δύσκολη, πολύ δύσκολη ερώτηση. Θα προτιμούσα να αναφερθώ σε τρεις. Clive Barker (The Hellbound Heart), Ira Levin (Rosemary’s Baby) και από Έλληνες ο Παπαδιαμάντης -όσο και αν αυτό φαντάζει κάπως παράταιρο, θεωρώ όμως τη «Φόνισσα» ένα αληθινό διαμάντι της Ελληνικής λογοτεχνίας-. Θα πρέπει βέβαια να ομολογήσω πως έχω δεχθεί σημαντική επιρροή από τα έργα του Stephen King στον οποίο αποτίνω συχνά φόρο τιμής, αλλά δεν τον συγκαταλέγω στους αγαπημένους μου συγγραφείς.

Έχεις συνταγή στο γράψιμο; Προσχεδιάζεις και πατάς γερά στη νοητή γραμμή που έχεις τραβήξει από την αρχή ή καβαλάς έναν (ή και περισσότερους) χαρακτήρες στην πλάτη και όπου σε βγάλει;

Βασικά δεν πιστεύω πως υπάρχει συνταγή στο γράψιμο. Ο καθένας λειτουργεί διαφορετικά και προσαρμοστικά. Προσωπικά κάνω πάντα ένα νοητό προσχέδιο, για να το περάσω στη συνέχεια στο χαρτί. Οι χαρακτήρες και τα γεγονότα προστίθενται ή αφαιρούνται, διαφοροποιούνται και εξελίσσονται κατά τη διάρκεια της συγγραφής. Πάντως συνήθως γνωρίζω από την αρχή το τέλος του εκάστοτε διηγήματος ή μυθιστορήματος που αναπτύσσω.

Κάθε μέρα μετράς αντίστροφα για τη SECTA, τη νέα σου συγγραφική δουλειά από τις εκδόσεις Anubis. Τι να περιμένουμε;

Η secta [εκ του λατινικού ρήματος «sequi» που θα πει «ακολουθώ» – Μεσ. Αγγλικά: secte, Ελληνικά: αίρεση] είναι «η οδός», «ο δρόμος» και μεταφορικά μια ομάδα ανθρώπων που ακολουθεί συγκεκριμένες μεθόδους και δόγματα. Στη διάρκεια των χρόνων η λέξη συνδέθηκε ετυμολογικά με το λατινικό ρήμα «secare» (που θα πει «κόβω») αφού ταυτίστηκε εννοιολογικά με το σχίσμα μιας ομάδας ανθρώπων από την κυρίαρχη θρησκεία. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα το οποίο ξεκίνησα να δουλεύω το 2010 για να ολοκληρωθεί μόλις φέτος. Πρωταγωνίστρια του είναι, το συγγραφικό alter ego μου, η καθηγήτρια θρησκειολογίας Martha King, η οποία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια οργάνωση και ένα μυστικό που απειλούν να γκρεμίσουν συθέμελα το Χριστιανισμό. Η «SECTA» κυκλοφορεί τον Ιούνιο από τις Εκδόσεις Anubis. Θερμή παράκληση σε όσους διαβάσουν το βιβλίο να μην αποκαλύπτουν το τέλος του και κατ’ επέκταση τι είναι η «SECTA».

Πρόσφατα κυκλοφόρησε και η συλλογή Διηγημάτων Τρόμου και Σκοτεινής Φαντασίας από τις Εκδόσεις Ανάτυπο και εκεί, φιλοξενείται ακόμα ένα διήγημα σου. Τι πραγματεύεται;

Συμμετέχω στη συλλογή με μεγάλη χαρά, με ένα από τα πλέον ιδιαίτερα διηγήματα μου. Τίτλος του, «Αριθμός 19». Με το συγκεκριμένο διήγημα αποτίνω φόρο τιμής στη Mary Shelley (πόσο σπουδαία συγγραφέας) αλλά και στη γυναίκα – μητέρα που προσφέρει πάντα αμέριστη αγάπη στο παιδί της, ακόμη και αν αυτό είναι ένα «τέρας».

Κάτι πήρε το αυτί μας πως δουλεύεις αυτή την περίοδο, εκτός από το σενάριο.

Ναι, δουλεύω πυρετωδώς στη θεατρική μεταφορά του «Scrooge», από το διήγημα που συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο μου «Εφιάλτες & Παραμύθια». Όσοι έχουν διαβάσει το βιβλίο γνωρίζουν πως η δική μου εκδοχή του «Scrooge» είναι αρκετά διαφορετική από την κλασική ιστορία του Dickens. Στο θεατρικό προχωράω ένα βήμα παραπέρα, αφού πρόκειται για ένα μιούζικαλ τρόμου στα πρότυπα του «Sweeney Todd: The Demon Barber of Fleet Street». Το θεατρικό προορίζεται να ανέβει στη σκηνή αυτά τα Χριστούγεννα. Περισσότερες πληροφορίες θα μπορώ να δώσω στο άμεσο μέλλον.

Η κοινότητα του Τρόμου στην Ελλάδα, συγγραφείς, αναγνώστες αλλά και σινεφίλ, είναι σε επίπεδο underground ακόμα; Πιστεύεις ότι μπορεί να αναπτυχθεί στο μέλλον σε κάτι μεγαλύτερο;

Ανέφερες τη λέξη «κοινότητα». Και στη λέξη αυτή και ό,τι αντιπροσωπεύει εντοπίζεται το πρόβλημα. Για να αναπτυχθεί κάτι μεγαλύτερο και να διευρυνθεί η αναγνωστική βάση, θα πρέπει ο συγγραφικός τρόμος στην Ελλάδα να γίνει πιο εξωστρεφής και να αρχίσει να κινείται περισσότερο στα λειτουργικά πρότυπα του εξωτερικού. Ελληνικός κινηματογραφικός τρόμος από τη μεριά της δημιουργίας δεν υπάρχει. Δεν έχουμε την παράδοση αλλά δυστυχώς ούτε την οικονομική ευχέρεια προς το παρόν για να στηρίξουμε το είδος.
Αντώνης Τουμανίδης
Photography by Christina Bulgari – P2 photography.

Οι δυο μας είχαμε μια ενδιαφέρουσα κουβέντα στην παρουσίαση του Τρόμου στην Αθήνα, στο Polis Art Café, σχετικά με το πώς αντιλαμβάνεται ο μέσος αναγνώστης, που δεν έχει επαφή με το είδος, τον τρόμο. Είχαμε φτάσει στο συμπέρασμα πως ο κόσμος όταν ακούει για ένα βιβλίο τρόμου, φέρνει στο μυαλό του… σελίδες που στάζουν αίμα και παράνοια από τις πρώτες τους λέξεις, μη μπορώντας να δεχτούν ότι θα υπάρχουν κεφάλαια που θα τους κάνουν να συγκινηθούν, τα ταξιδέψουν ή γιατί όχι, ακόμα και να γελάσουν.

Μετά είπαμε για το διαχρονικό έργο του Bram Stoker, Dracula, πως είναι μια ερωτική ιστορία, που το επίπεδο τρόμου, το φέρνει το βαμπίρ. Αλλά είναι χτισμένη όπως όλες οι ερωτικές λογοτεχνικές ιστορίες. Έτσι έχουν χαθεί αξιόλογες ιστορίες, «πνιγμένες» στα ράφια βιβλιοπωλείων με την ταμπέλα ΤΡΟΜΟΣ να τα καταδικάζει να φτάσουν στα χέρια, παρά μόνο των μυημένων.

Είναι θέμα marketing τελικά ώστε ο μέσος αναγνώστης να κάνει ένα βήμα πιο κοντά στον τρόμο, αλλά και ο τρόμος να κάνει ένα βήμα μακριά από την σκοτεινή και υγρή γωνία του, ώστε να δείξει το πραγματικό του πρόσωπο, που δεν είναι πάντα… φρικιαστικό;

Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς αν θέλουμε να πάμε μπροστά, να εξελιχθούμε. Είναι λοιπόν και θέμα marketing. Ο «τρόμος» και όσοι τον αντιπροσωπεύουν πρέπει απλά να τολμήσουν να βγουν προς τα έξω και να αφαιρέσουν τις ταμπέλες. Οι ταμπέλες κάνουν μόνο κακό στη δημιουργία και στην επικοινωνία με το κοινό.

Ακούς μουσική όταν γράφεις και αν ναι, δώσε μας ένα διαχρονικό playlist. Τραγούδια ή μουσικές που θα παίξουν όταν γράφεις όπως και να έχει.

Εδώ θα σε εκπλήξω μάλλον. Δεν ακούω συχνά μουσική όταν γράφω. Θα σε εκπλήξω μάλλον περισσότερο ως προς το τι ακούω, όταν ακούω. Κυρίως λειτουργική μουσική της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Ίσως γιατί με βοηθάει να συγκεντρώνομαι.

Πώς αποκτάς έμπνευση; Μόνο από άλλα γραπτά ή και από ταινίες; Για κάποιους το δεύτερο είναι ταμπού.

Δε βάζω φραγμούς στις πηγές έμπνευσης μου. Εμπνέομαι από τα πάντα. Από την καθημερινότητα, από ένα πρόσωπο που θα δω στο μετρό, από ένα άλλο βιβλίο, από μία ταινία -αδυνατώ να καταλάβω γιατί να μην εμπνευστεί κάποιος από μια ταινία-. Παρθενογένεση δεν υπάρχει στη σημερινή εποχή, οπότε είναι απαραίτητο να υπάρχουν διαφορετικές και ποικίλες πηγές εμπνεύσεως.

 

Το κλείσιμο το αφήνουμε στην ανίερη φαντασία του Toymaker.

Θα ήθελα απλά να σε ευχαριστήσω για την εξαιρετική συνέντευξη. Και θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους με ακολουθούν και με διαβάζουν όλα αυτά τα χρόνια. Δίνουν πνοή ζωής σε εμένα και τα «τέρατα» μου. Ένας συγγραφέας χρωστάει την ύπαρξη του στους αναγνώστες του και θα τους είμαι παντοτινά ευγνώμων.

BIO:

Ο Αντώνης Τουμανίδης ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Γεννήθηκε στη Σκύδρα Εδέσσης το 1979. Σπούδασε Ιστορία της Τέχνης και αρχαιολογία στα Ιωάννινα και Ιστορία της Τέχνης και Τεχνοκριτική στη Γαλλία, όπου και πραγματοποίησε επιπλέον σπουδές στον Κινηματογράφο και στη Θρησκειολογία.

Στη Θρησκειολογία ειδικεύτηκε στην ιστορία των Παπών, η οποία μετέπειτα του προσέφερε πολύτιμο υλικό για τις ιστορίες του. Στα πλαίσια της έρευνάς του κατέγραψε, για πρώτη φορά σε πανεπιστημιακή έρευνα, το γενεαλογικό δέντρο και την ιεραρχία των δαιμόνων. Επίσης, είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου του Πανεπιστημίου του Bordeaux στη γαλλική θρησκευτική γλυπτική του 19ου αιώνα και υποψήφιος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών με ειδίκευση στη σύγχρονη ελληνική γλυπτική.

Το 2006-2007, δημιούργησε το «The Toymaker’s Diary», το πρώτο αμιγώς ελληνικό λογοτεχνικό blog που έχει ως θέμα τον τρόμο. Το «The Toymaker’s Diary» τον έκανε γνωστό ως «Παιχνιδοποιό» και το 2008 και 2009 στα Blogger’s Choice Awards ψηφίστηκε ως ένα από τα καλύτερα μη αγγλόφωνα blog παγκοσμίως ενώ μέχρι σήμερα έχει λάβει πλήθος διακρίσεων.

Tο 2009, συνεργάστηκε με τη σκηνοθέτιδα Λουκία Ρικάκη παραχωρώντας μια ιστορία του για την ταινία της «You… my mirror», στην οποία υπήρξε και αφηγητής. Από τότε, άρχισε την επαγγελματική του ενασχόληση με το σενάριο υποβάλλοντας προτάσεις σε κινηματογραφικές εταιρείες του εξωτερικού και μετατρέποντας κάποιες από τις ιστορίες του σε σενάρια.

Το 2010, κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο με τον τίτλο «Trapped».

Το 2012-2014, ασχολήθηκε και πειραματίστηκε με τη λογοτεχνία flash fiction δημοσιεύοντας μια σειρά ιστοριών στο blog του.

Την Άνοιξη του 2015, δίδαξε δημιουργική γραφή στο Ρομάντσο απευθυνόμενος σε ευρύ κοινό, με βασικό αντικείμενο το μυθιστόρημα και το διήγημα.

Μέχρι σήμερα, ο Αντώνης Τουμανίδης έχει γράψει πάνω από 300 ιστορίες τρόμου και συνεχίζει!

Related post

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *