Το τρομακτικό μου Σαββατοκύριακο παρέα με τον Stephen King

Το τρομακτικό μου Σαββατοκύριακο παρέα με τον Stephen King

Ήταν ένα από τα καλύτερα Σαββατοκύριακα που έχω περάσει εδώ και καιρό. Λόγω της επερχόμενης μούρλας του Φantasticon στις 7 και 8 Οκτωβρίου, φρόντισα μια βδομάδα πριν να χαλαρώσω και να απολαύσω δυο μέρες με ξάπλες, βόλτες και καλές ταινίες. Μην ξεχνάτε πως έχω και το άγχος του δικού μου βιβλίου.

Και τι καλύτερο από το να απολαύσω δυο μεταφορές του «Βασιλιά» Stephen που τις ανέμενα εδώ και καιρό. Μια τηλεοπτική low budget αλλά απόλυτα ταιριαστή παραγωγή στο πρωτότυπο υλικό στο οποίο είχε βασιστεί και μια high budget. Το horror παραμύθι που θα έχω στην καρδιά μου για πάντα, καθώς ήταν από τα βιβλία που με έχωσαν βαθιά στην λογοτεχνία του δικού του Φανταστικού, μιας και τα 2 πρώτα βιβλία που είχα διαβάσει από King δεν ήταν με υπερφυσικό τρόμο. Τα Misery, Dolores Claiborne είχαν πέσει στα χέρια μου, δανεισμένα από έναν φίλο, πριν διαβάσω παράλληλα τα Salem’s Lot και το It.

Διάβασα πολλά reviews και για τις δυο ταινίες, (ειδικά για το It) και αποφάσισα πως το internet δεν έχει ανάγκη από ακόμη μία. Όχι από σνομπισμό, αλλά πραγματικά με κάλυψαν όλες. Τόσο οι θετικές, όσο κι αρνητικές. Οι δυο ταινίες δεν ήταν τέλειες, αλλά άφησαν ένα «τέλειο» συναίσθημα σε μένα και την παρέα μου. Και αναφέρω την παρέα μου γιατί απλώς ήταν ο θεατής που δεν είχε διαβάσει τα συγκεκριμένα βιβλία, οπότε καλύπτουμε το φάσμα αυτό.

Και ξεκινάμε ημερολογιακά, καθώς είδα πρώτα το Gerald’s Game:

O σκηνοθέτης Mike Flanagan με είχε εντυπωσιάσει με το Oculus. Όχι 100% με το story (που δεν ήταν άσχημο καθόλου, απλώς λέμε), αλλά με τη σκηνοθετική του ματιά. Είχε υπομονετικά πλάνα και camerawork φτιάχνοντας πολύ στρωτή ροή όμως και φυσικά… ομορφιά. Horror ομορφιά. Έτσι, με το συγκεκριμένο βιβλίο που καταπιάστηκε, που το 80% της ταινίας θα ήταν περιορισμένος σε λίγα πράγματα ως προς το edit των πλάνων, θα χρειαζόταν η σοβαρότητα και στιβαρότητα του για να κάνει ενδιαφέρουσα αυτή την ταινία. Όπως είχε κάνει στο παρελθόν και ο Mikael Håfström με το ακόμη δυσκολότερο για μεταφορά, 1408.

Φυσικά η εντυπωσιακή (στα 45 της παρακαλώ) Carla Gugino ήταν ένα ενδιαφέρον δόλωμα που το κατάπιαμε· πριν τη δούμε σε μια καταπληκτική ερμηνεία, να πουλά με αληθοφάνεια τον τρόμο και την απόγνωση αυτής… της κακοτυχίας που την βρήκε, σπάζοντας κυριολεκτικά πρόσωπο και σώμα.

Ο άντρας της λοιπόν, παθαίνει καρδιακό πάνω σε ένα καβγά που είχαν, εν μέσω  (της προσπάθειας για) σεξ και εκείνη μένει δεμένη στο κρεβάτι με αληθινές χειροπέδες (αφού ο Bruce Greenwood -επίσης πολύ καλός- που υποδύεται τον θανόντα σύζυγο, μας είχε εξηγήσει γιατί δεν είχε αγοράσει τις sex toy χειροπέδες).

Η απόγνωση που νιώθεις ήταν αληθινή. Είναι περιορισμός, ο χειρότερος τρόμος μου, μετά την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου. Με τον Pennywise δεν τρόμαξα και δεν με πείραξε καθόλου (πιο κάτω θα εξηγήσω γιατί). Με το Gerald’s Game, ανέβασα παλμούς.

Θες ο πεινασμένος σκύλος; Θες η περίεργη σκιά την πρώτη νύχτα της αιχμαλωσίας της; Θες η ανακάλυψη πως ο σύζυγος της ήταν τελικά ένας εν δυνάμει βιαστής, καταπιεσμένος κάτω από το υψηλό κοινωνικό του προφίλ; Όσο για τα flashback με τον πατέρα της, σκέτη αηδία. Ήταν πολύ πειστικό αυτό που έκανε ο πατέρας της μικρής Jessie Burlingame. Όχι μόνο η πράξη καθαυτή. Αλλά το συναισθηματικό κρεσέντο που ξεσπούσε στο σώμα του για… την κόρη του.

Ναι ξέρω. Και οι δυο ταινίες αυτές, είχαν αυτό το element. Πολύ διαφορετικά δομημένο όμως.

Αν μπορώ να πω ένα μεγάλο θετικό και ένα μεγάλο αρνητικό όμως για την ταινία, θα έλεγα αρχικά το τέλος. Η ιστορία με τον νεκρόφιλο, δεν μου άρεσε από το βιβλίο ακόμα. Το θεωρώ ένα από τα πιο αδύναμα τέλη ιστοριών του King, σε καλά του βιβλία. Δεν ισχύει για πολλούς, αλλά το Gerald’s Game το θεωρώ από τα καλύτερα του (χάνει θέσεις υψηλής προτίμησης όμως… για το τέλος). Έτσι και η ταινία, που το ακολούθησε, μου άφησε αυτά τα συναισθήματα. Αλλά στα θετικά; Δες πλάνα. ΔΕΣ ΤΑ! Πατάς pause και τα κάνεις wallpapers! Συν όλα τα τεχνικά που προείπα αλλά πάνω απ’ όλα το ωμό συναίσθημα που σε κυριεύει. Η αυτοσυντήρηση.

Και πάμε και στον δαιμονικό Pennywise. Από τη στιγμή που ήξερα το story, δεν είχα πρόβλημα να πέσω με τα μούτρα σε reviews και αναλύσεις και να φάω τα μικρο-spoilers για τυχών εκπλήξεις που θα μπορούσε να έχει η ταινία. Διάβασα και είδα videos από τα πιο αποθεωτικά σχόλια, μέχρι τα πιο υποτιμητικά.

Πολλοί είπαν ότι δεν τρόμαξαν. Και θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι σε αυτό. Τι σημαίνει ακριβώς τρομάζω από μια ταινία ή ένα βιβλίο, ποτέ μου δεν το κατάλαβα. Θέλουμε ή δεν θέλουμε, οι εποχές είναι κυνικές και εγώ (και πολλοί από αυτούς που έκαναν αυτό το παράπονο), μεγαλώσαμε. Πώς ακριβώς θα σε τρομάξει ένας κλόουν; Ακόμα και τερατώδης… Ίσως προσωπικά, επειδή ποτέ δεν τους φοβήθηκα, αλλά το θέμα είναι πιο γενικό από το It.

Φοβάμαι, σημαίνουν τα άκυρα ή πιο πετυχημένα Jump scares; Στο It έχει μπόλικα και νομίζω, μόνο καλής ποιότητας. Φοβάμαι, σημαίνει πως βάζω τον εαυτό μου στη θέση του πρωταγωνιστή και τα δεινά του; Αν είχες περάσει έστω και ένα καλοκαίρι με φίλους σε εξοχή και εξερεύνηση σε «στοιχειωμένο σπίτι» της περιοχής ή κάποιοι άλλου αστικού μύθου, τότε εύκολα μπαίνεις στην ψυχοσύνθεση των παιδιών. Αν δεν έχεις ζήσει τέτοια εμπειρία, σε λυπάμαι. Δεν πέρασες ενδιαφέροντα παιδικά χρόνια. Φοβάμαι, μήπως σημαίνει, καθαρά κινηματογραφικά, δόμηση χαρακτήρων που νοιάζεσαι για αυτούς και δεν θες να πάθουν κακό; Σε αυτό, μπορείς να πεις πως το It το κατάφερε στο ήμισυ αφού δεν μπόρεσε να αναπτύξει όλα τα παιδιά και στηρίχτηκε πολύ στο ότι οι περισσότεροι από μας, έχουν διαβάσει το βιβλίο.

για το It

Για μένα Το Αυτό υπήρξε και είναι, το απόλυτο horror παραμύθι – παραβολή της ενηλικίωσης. Είναι ένα κολπάκι και τρόπος αφήγησης που το κάνει συχνά ο King. Δεν περίμενα να τρομάξω και παρόλα αυτά, με έπιασε 1-2 φορές με τα χέρια ψηλά (και τα σώβρακα κατεβασμένα). Φυσικά η κοπέλα μου που τρομάζει εύκολα, χέστηκε πάνω της.

Μπορώ να πω, πως μου άρεσε που δεν είχε, παρά μόνο έντονες νύξεις, για τη σχέση της Beverly με τον πατέρας της, σε σχέση με το Gerald’s Game. Και αυτό ήταν καλό για το ύφος της ταινίας για να μην γίνει περισσότερο Dark απ’ ότι χρειαζόταν.

Ο Andy Muschietti είχε δώσει δείγματα σοβαρής γραφής με την ταινία Mother που με είχε εντυπωσιάσει με το επίσης… horror fairy tale concept. Το έχει το όραμα και αναμένουμε με αγωνία το Part II.

Όπως έγραψα κι εκείνο το βράδυ σε κάποιο group του FB, σαν σχολιασμό: Ήταν τα Goonies gone wild σε rated R εκδοχή, ενώ στο προφίλ μου:

5

Related post

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *