Η ιστορία του Mortal Kombat και οι κουβάδες με το αίμα

Η ιστορία του Mortal Kombat και οι κουβάδες με το αίμα

H αρχή της δεκαετίας του 1990 ήταν μια χρυσή εποχή για τα arcade fighting games – γνωστά και ως ξυλίκια για τους gamers. Το 1991, η Capcom κυκλοφόρησε το Street Fighter II, έναν τίτλο που είναι τόσο δημοφιλής που δεν χρειάζεται καν να σας εξηγήσω την σημασία του. Η SNK ακολούθησε το ρεύμα με την κυκλοφορία του Fatal Fury μέσα στο ίδιο έτος και έτσι οι δύο τίτλοι έβαλαν φωτιά στο είδος, προκαλώντας mainstream δημοσιότητα και δημιουργώντας το εκπληκτικό υπερθέαμα του ανταγωνιστικού video gaming.

Όπως ήταν αναμενόμενο, σύντομα μπήκαν στον χορό και ένα σωρό ακόμα τίτλοι, προσπαθώντας να κόψουν λίγη από την πίτα της επιτυχίας του Street Fighter II. To SFII ήταν πολύχρωμο, προσεγμένο και βέβαια περίπλοκο, αμείβοντας τους παίκτες που εντρυφούσαν περισσότερο, χωρίς όμως να τιμωρεί αυτούς που απλά ήθελαν να ρίξουν μερικές μπουνιές.

Οι περισσότεροι ανταγωνιστές του βέβαια δεν είχαν το απαραίτητο βάθος στο gameplay τους για να χτυπηθούν στα ίσια με τον πρωταθλητή της Capcom. Ένας από αυτούς, που κυκλοφόρησε το 1992, από μια τετραμελή ομάδα developers, «δανείστηκε» κάποια στοιχεία από το SFII, αλλά του Mortal Kombat της Midway έφερνε στο τραπέζι και μερικές δικές του ιδέες: ένα κουμπί αφιερωμένο αποκλειστικά στο block, κινήσεις uppercut, τα περίφημα Fatalities και ψηφιακά περασμένους ηθοποιούς στους ρόλους των μαχητών.

Το mechanics του δεν είχαν την ακρίβεια του SFII και οι περισσότεροι χαρακτήρες έπαιζαν με ακριβώς τον ίδιο τρόπο, αν εξαιρέσει κανείς τις ειδικές τους κινήσεις, αλλά ο συνδυασμός αυτών των νέων ιδεών και της δοκιμασμένης φόρμουλας της Capcom, ανέβασε του Mortal Kombat πιο ψηλά από τα άλλα wannabes. Και βέβαια, μην ξεχνάμε και το βασικό στοιχείο που δεν έχουμε αναφέρει μέχρι τώρα, αυτό που το έκανε να ξεχωρίζει από όλους τους άλλους τίτλους: είχε αίμα με τους κουβάδες.

Αντλώντας την έμπνευσή του από ταινίες δράσης και kung fu του ’80 (o Kano, o Johnny Cage και ο Liu Kang είναι «σηκωμένοι» από το Terminator, το Bloodsport και τις ταινίες του Bruce Lee αντίστοιχα), το Mortal Kombat ήταν εξωφρενικά βίαιο. Θυμάμαι αμυδρά να παίζω MK στο τοπικό μπόουλινγκ-αδικο και να μένω παγωτό από το πόσο εύκολα μπορούσες να αποκεφαλίσεις τον αντίπαλό σου. Με το ζόρι έφτανα τα κουμπιά τότε.

Ενώ το Street Fighter είχε κάτι σαν κώδικα τιμής, που δεν σου επέτρεπε να χτυπάς τον αντίπαλό σου όταν ήταν ξοφλημένος, το MK γούσταρε ακριβώς αυτό, δίνοντάς σου την ευκαιρία να ξεφτιλίσεις τον αντίπαλο με κάθε ευκαιρία. Κάπου εκεί κούμπωνε και το Fatality, μια κίνηση στο τέλος του αγώνα, όπου μπορούσες να σφραγίσεις την νίκη σου με το να ξεριζώσεις τη σπονδυλική στήλη του αντιπάλου ή να του ανατινάξεις το κεφάλι με ρεύμα. Το έλεγες και ανώριμο, αλλά αυτή βιαιότητα χωρίς ίχνος ντροπής, σε συνδυασμό με τα ρεαλιστικά μοντέλα χαρακτήρων ήταν τα στοιχεία που έκαναν το ΜΚ μοναδικό και πολλές φορές σοκαριστικό.

του Mortal Kombat

Ένα χρόνο μετά το ντεμπούτο του στα arcades (στα ουφάδικα κατά το ελληνικόν) το MK εμφανίστηκε σε δύο κονσόλες, το Sega Genesis και το Super Nintendo, καθώς και σε δύο handhelds, το Game Gear της Sega και το Game Boy της Nintendo. Στο διάστημα που μεσολάβησε βέβαια, το ΜΚ είχε προλάβει να φτιάξει μια όχι και τόσο καλή φήμη. Όσο παρέμενε στα σκοτεινά arcades κανείς δεν ενοχλείτο, όταν όμως άρχισε να αυξάνει την δημοτικότητά του, οι γονείς αναρίθμητων παιδιών άρχισαν να ενδιαφέρονται. Όταν λοιπόν έμαθαν πως ο μικρός Timmy χρησιμοποιούσε τον Kano για να ξεριζώσει τις καρδιές των αντιπάλων του, ε, κάπου ανησύχησαν.

Ακολούθησε η αναμενόμενη δημόσια κατακραυγή με μπροστάρηδες τους γερουσιαστές Joseph Lieberman και Herb Kohl, με αποτέλεσμα παιχνίδια όπως το ΜΚ και το εδώ-που-τα-λέμε-άθλιο Night Trap να αντιμετωπίζουν κατηγορίες δημόσιου κινδύνου και κατέληξε με την θέσπιση Entertainment Software Rating Board, ή ESRB.

Τα video games δεν ήταν απλά πλέον μόνο για παιδιά και θα λάμβαναν διαβαθμίσεις και κατηγοριοποιήσεις, ανάλογα με το περιεχόμενό τους, όπως συνέβαινε ήδη με τις ταινίες και την μουσική.

Το MK και η Midway βέβαια, αγκάλιασαν πλήρως την νέα τους φήμη. Η απάντηση της εταιρίας στην κριτική ήταν τα νέα Friendship Moves καθώς και τα Babalities στο Mortal Kombat II, με το δεύτερο κεφάλαιο της σειράς να περιέχει τα διπλάσια Fatalities, αλλά και περισσότερα stages όπως το Pit, όπου μπορούσες να πετάξεις τους αντιπάλους σου προς τον θάνατό τους, για να κάνουν παρέα με τα ψηφιακά περασμένα και διαμελισμένα σώματα των developers του παιχνδιού.

Αυτό βέβαια ξεκίνησε μια πορεία για την σειρά, με κάθε κεφάλαιό της να προσπαθεί να σπρώξει τον παράγοντα βία, λίγο πιο πέρα. Αγαπώ το ΜΚ δεν λέω, αλλά μέχρι κι εγώ αισθάνθηκα λίγο περίεργα κοιτώντας τα νέα Fatalities που θα έχει το Mortal Kombat X. Δεν με λες και ευαίσθητο, αλλά όταν βλέπεις ένα σώμα να κόβεται στα δύο, ένα στομαχικό το νιώθεις.

Βέβαια είναι εύκολο να προσέξεις μόνο την βία, εντούτοις το MK έχει και άλλα στοιχεία για τα οποία το αγαπώ. Ένα από τα αγαπημένα μου, είναι ότι συνεχίζει να εκτιμά το single player mode, αλλά και να δίνει βάση στο hidden content. Η είσοδος του Reptile στο παιχνίδι, αρχικά δημιούργησε πληθώρα συζητήσεων σχετικά με το τι μπορεί να σημαίνει αυτό στην ευρύτερη μυθολογία του παιχνιδιού, κάτι που εν τέλει οδήγησε και στην είσοδο άλλων χαρακτήρων όπως ο Ermac, ο Smoke και ο Noob Saibot, ενισχύοντας και χτίζοντας πάνω στην δημιουργούμενη ιστορία των μαχητών.

του Mortal Kombat

Άλλωστε το ΜΚ πάντα έδινε βάση στην υπόθεση, στην ιστορία. Η campaign του Mortal Kombat IX το 2011, παραμένει ένα από τα πιο εντυπωσιακά single player story modes που έχουμε δει ποτέ σε τέτοιου είδους παιχνίδια, μιας και αποφεύγει τις εύκολες λύσεις, δίνοντάς σου συνεχώς κίνητρα να εξερευνείς και να μαθαίνεις τον κάθε χαρακτήρα του παιχνιδιού. Είναι ένας από τους βασικούς λόγους που αγαπώ αυτόν τον τίτλο τόσο πολύ.

Στα τρία χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ του Mortal Kombat και του Mortal Kombat III η σειρά δέχτηκε δραματικές αλλαγές, τόσο στο gameplay της όσο και στην ιστορία της. Την ίδια περίοδο, η Capcom απλά έβγαζε νέες εκδόσεις του SFII. Πλέον, η μαχητική πρακτική του MK είναι κάπως πιο προχωρημένη, έχοντας επεκτείνει τις κινήσεις κάθε χαρακτήρα, οδηγώντας σε σαφώς πιο ενδιαφέρουσες αναμετρήσεις.

Ο τίτλος άρχισε να αντιμετωπίζεται πιο σοβαρά από το κύκλωμα των competitive gamers, αλλά εξακολουθούσε να μην έχει την επιστημονική ακρίβεια του SFII. Η σειρά Street Fighter έχει τους φανατικούς hardcore gamer ακόλουθούς της, που ενδιαφέρονται μόνο για αναβαθμίσεις σε συστήματα και χαρακτήρες που ήδη γνωρίζουν. Το ΜΚ κυνήγησε και κατέκτησε την mainstream δημοσιότητα, κάνοντας το αιματηρό του gameplay ανοιχτό προς όλους.

Το ΜΚ είναι πραγματικά περήφανο για το γεγονός ότι είναι ένα από τα πιο βίαια παιχνίδια της αγοράς, όπως άλλωστε φαίνεται και από την δημιουργία των X-ray κινήσεων στο MKIX. Αρκετοί από τους developers -μεταξύ αυτών και ο δημιουργός της σειράς Ed Boon- μου έχουν μιλήσει με θέρμη για τα περίφημα production meetings όπου εφευρίσκουν νέα fatalities και προσπαθούν να αηδιάσουν ο ένας τον άλλον με αυτά που σκέφτονται. Μπορεί πλέον να μην είναι τόσο σοκαριστικό όσο ήταν κάποτε, αλλά το ΜΚ εξακολουθεί να έχει μια ειδική θέση στη καρδιά μου. Γιατί όταν μια γυναίκα βαρεθεί να ξεριζώνει το πάγκρεας του αντιπάλου της και να το κάνει παγάκια, τότε φίλοι μου αυτή η γυναίκα έχει βαρεθεί την ζωή. Είναι χαζό το παραδέχομαι, αλλά διάολε έχει πολύ πλάκα.

Επισκεφθείτε το online βιβλιοπωλείο μας Kronosbooks.gr

Related post

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *